Quantcast
Bliatsou.gr
ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΠΛΙΑΤΣΟΥ
Follow us

Search

  -  ΚΡΙΤΙΚΕΣ   -  Η ΙΡΙΣ ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΕΙΠΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΡΓΩΝ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ ΜΝΗΜΗΣ – ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΤΖΙΑ
Πίνακας της Γεωργίας Μπλιάτσου από τη συλλογή ΄Απογραφές της μνήμης. Μαρτυρίες από τη Τζιά΄

«Οπουδήποτε κατοικεί κάποιος, υπάρχει εκεί, ανοιχτό, ένα μητρώο όπου ο χρόνος εγγράφεται.»
Henri Bergson

Κρατώ στα χέρια μου ανοιχτό σε τυχαία σελίδα το πολύτιμο χειροποίητο πόνημα της Γεωργίας Μπλιάτσου «Απογραφές της Μνήμης –Μαρτυρίες της Τζιας»: η επίσκεψη της ζωγράφου στο νησί που αριθμεί αρκετές δεκαετίες, συνεχίζεται ακάματη έως σήμερα. Είναι εδώ ο βιωμένος τόπος της και οι «απογραφές μνήμης» της το αποδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο.

Τα σχέδιά της, άλλοτε καμωμένα με γήινο χρώμα και άλλοτε εγγεγραμμένα σε άσπρο και μαύρο, πάντοτε ολοκληρωμένα με γοργές γραμμές και ελαφρά υλικά, αποφεύγουν να κουράσουν το βλέμμα καθώς αποτυπώνουν ένα αχνό στιγμιότυπο φεύγοντος χρόνου, διατηρούν, ωστόσο, κάτι ανεξίτηλο.

Κάρβουνα, μολύβια, μελάνια, παστέλ σκιρτούν και σκαλώνουν ανάμεσα σε εφήμερα σημάδια χαράς και θλίψης, περιπλανώνται με αφουγκραστική ενδελέχεια ανάμεσα σε ρυτίδες, χαμόγελα, παύσεις και αφηγήσεις, τρέποντας τα μικρά πορτραίτα των οικείων της άλλοτε σε ταξίδια στη θάλασσα του απέναντι και άλλοτε σε ολονύχτια γλέντια σε απόκρημνα αυτοσχέδια πανηγυράκια του νησιού.
Κι ύστερα εξακολουθούν να κεντούν το χαρτί, μεταμορφώνοντας τα σχέδια σε ευχές και ξόδια, σε προσευχές και αναπάντεχες εξομολογήσεις.

Στα 140 σχέδια της Γεωργίας Μπλιάτσου, διηθίζονται και εντέλει κατασταλάζουν οι λανθάνουσες ιστορίες και οι μικρές περιπέτειες ενός τοπίου κατοικημένου και εννοημένου με ξεχωριστή τρυφερότητα.
Ακολουθώντας τις αφαιρετικές γραμμές και τις ελάχιστες φόρμες της ζωγράφου, οι μνήμες της Τζιας απομαγνητοφωνούνται επί χάρτου συναντώντας τη λιγνή γεωγραφία του κυκλαδίτικου τόπου, υφαίνουν βουβές συναθροίσεις ενώνοντας χωρίς προσχεδιασμό την ατομική με τη συλλογική μνήμη των κατοίκων του. Πρόκειται ουσιαστικά για μια εντόπια «πινακοθήκη» μεταβλητών διαστάσεων, κατοικημένη από αναγνωρίσιμους στους περισσότερους αλλά και αφανείς ανθρώπους που συνδέθηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες με τα καλοκαίρια αλλά και τους χειμώνες του νησιού, με την καλοκαιρινή ραστώνη αλλά και τις εποχιακές εργασίες της υπαίθρου, με τις αυγουστιάτικες βεγγέρες αλλά και με την καθημερινότητα κάποιων πιο σιωπηλών μηνών του χρόνου. Στη Χώρα και στο Βουρκάρι, στο Λιβάδι και στον Οτζιά, στους Κοκκίνους και στον Μαύρο, συλλέκτες, αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες, τοπικοί ιστοριοδίφες και συγγραφείς συνομιλούν μέσα από τα σχεδόν στιγμιαία πορτραίτα τους με βοσκούς και παπάδες, με ψαράδες και ιδιοκτήτες καφενείων και παραδοσιακών παντοπωλείων, με κραταιούς χασάπηδες και γηραιές φουρνάρισσες, με παλαίμαχους τεχνίτες του εργοστασίου «Εμαγιέ» και ιδιοκτήτες καλτ καλοκαιρινών ποτάδικων.

Στις 62 προφορικές μαρτυρίες που με αφοπλιστική απλότητα συγκεντρώνει, εγγράφει και παραθέτει η ζωγράφος, διασώζοντάς τις από παντοτινή λήθη, ο ίδιος τόπος προσμετρά με ακρίβεια τις ψυχές που τον κατοικούν, τις επιθυμίες και τα παθήματα που τις στοιχειώνουν. Άλλοτε σε ελάχιστες λέξεις και άλλοτε στο σύντομο αλλά εύγλωττο διάστημα μιας εκ βαθέων συμπυκνωμένης εξομολόγησης, οι παλιοί αλλά και οι όψιμοι φίλοι της εμπιστεύονται ανέκδοτα ιστορικά και προσωπικά γεγονότα, κατοχικές αφηγήσεις και μικρά οικογενειακά δράματα, οδηγίες και συνταγές, εφήμερα ήθη και διαχρονικά έθιμα.

Ανάμεσα σε χωματόδρομους και ξερολιθιές, ψαρέματα και ανεμόμυλους, παραθαλάσσιες ταβέρνες, παραδοσιακά χασάπικα και αυτοσχέδια μπαρ, μας γνέφουν νεκροί φαντάροι και χαμένες αρραβωνιαστικές, μας καλούν ανυπόμονα παιδιά με κοντοκουρεμένα κεφάλια και εύθυμες παρέες χαλκέντερων γλεντιστών, επαναφέροντας στο βλέμμα μια εποχή χαμένης αθωότητας που ζωντανεύει στο όνομα της ψηλαφητής και ευπρόσδεκτα συνοπτικής γλαφυρότητας της σχεδιαστικής της αποτύπωσης: ιδού μια μικρογραφία Ελλάδας που πληγώνει και επουλώνει ταυτόχρονα.

Κάτω από τα σχέδια και τους ανθρώπους ηθελημένα δεν μπαίνουν ονόματα. Γνωστοί και άγνωστοι στα κοινά, κάτοικοι Τζιας είναι όλοι…

Κάθε σχεδίασμα, παρεπέμπει σε αλλοτινά καλοκαίρια, σε ανθισμένες εξοχές, σε δύσκολες θάλασσες.
Δύσκολο, λοιπόν, να αποφασίσεις πού να βάλεις την άνω τελεία. Δύσκολο να αποχωριστείς εκείνους που δεν συνάντησες ακόμη.

Γεωργία, ετούτα που δεν έχουν ακόμη ειπωθεί, τα περιμένουμε.

Ίρις Κρητικού
Μάιος 2013